ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΠΑΝΙΟΝΙΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ
Αν η διεξαγωγή του Α΄ Πανιονίου Συνεδρίου (Κέρκυρα 20-22 Μαΐου 1914), στόχευε στην πνευματική πλαισίωση των εορτών για την επέτειο των πενήντα χρόνων από την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, στο Β' Πανιόνιο Συνέδριο (Ιθάκη 27-28 Αυγούστου 1938) παγιώνονταν τα χαρακτηριστικά και το πνεύμα των Πανιονίων Συνεδρίων που έμελλε να ακολουθήσουν. Με τη γνωστή οξυδέρκεια που τον διέκρινε, ο εικοσιεφτάχρονος τότε Κώστας Δαφνής, συνοψίζοντας σε άρθρο του, δημοσιευμένο στην εφημερίδα Κερκυραϊκόν Βήμα (φύλλο 260, 3ης Σεπτεμβρίου 1938) τον χαρακτήρα του Πανιονίου Συνεδρίου της Ιθάκης, εντόπιζε και τη βάση των επόμενων Συνεδρίων:
Εις την Ιθάκην, την θρυλικήν και ιστορικήν νήσον, οι διανοούμενοι της Επτανήσου και της άλλης Ελλάδος ανενέωσαν τους δεσμούς της πνευματικής συγγενείας, τους υφισταμένους από μακρού μεταξύ των. Εκεί όπου ο Όμηρος ετοποθέτησε τον ήρωα, που περισσότερον παντός άλλου συμβολίζει του Έλληνος την ανήσυχον διάθεσιν δι’ εξορμήσεις και γονίμους πραγματοποιήσεις, οι αριστείς των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, εις μίαν ατμόσφαιραν απολύτου ψυχικής επαφής έθεσαν τας βάσεις διά την συστηματοποίησιν των ερευνών επί των διαφόρων εκφάνσεων του Επτανησιακού πνεύματος, το οποίον επί αιώνας ολοκλήρους εφώτισεν της Ελλάδος τους χέρσους πνευματικούς λειμώνας. Και των νήσων αυτών η πνευματική προσφορά συνετέλεσεν εις το να φωτισθούν οι δρόμοι του ελληνισμού, όστις έπειτα από την εποποιίαν του 1821, όδευεν, αργά και κουρασμένος, τον ανηφορικόν δρόμον των πεπρωμένων του.
Το Πανιόνιον Συνέδριον της Ιθάκης υπήρξεν κυρίως της προσφοράς αυτής η αναγνώρισις. Ανεγνωρίσθη εις αυτό ακόμη ότι άνευ της πραγματικής κατανοήσεως του επτανησιακού πολιτισμού, είναι δύσκολος η εξήγησις ωρισμένων εκδηλώσεων της μετεπαναστατικής Ελλάδος. Δεν παρεγνωρίσθησαν και της συγχρόνου Επτανήσου αι πνευματικαί εκδηλώσεις και αι ζωνταναί ανάγκαι.
Ούτω το Β΄ Πανιόνιον Συνέδριον δεν απετέλεσε μόνον μίαν συνέλευσιν ανθρώπων του πνεύματος που ησχολήθησαν εις αρχειακάς και ιστορικάς ερεύνας. Απετέλεσε και την αφετηρίαν διά την αναζωογόνησιν της Επτανησιακής παραδόσεως, την απαρχήν της πνευματικής αναγεννήσεως της Επτανήσου. [...].
Ένας επίσης οξυδερκής επτανήσιος λόγιος, ο πρόεδρος της Εταιρείας προς Ενίσχυσιν των Επτανησιακών Μελετών και πρόεδρος του Β΄ Πανιονίου Συνεδρίου, Κωνσταντίνος Σολδάτος, στην εναρκτήρια ομιλία του Συνεδρίου έθετε εξ αρχής τους στόχους:
[...] όχι μόνον χάριν της ιδιαιτέρας τοπικής ιστορίας, από την φιλόστοργον έρευναν της οποίας ωραία παραδείγματα προς μίμησιν προκύπτουσι, αλλά κυρίως χάριν της ακριβεστέρας διαγνώσεως του μεγέθους και της σημασίας της συμβολής της Επτανησιακής σκέψεως εις την διαμόρφωσιν του νεοελληνικού πολιτισμού, η συστηματική μελέτη και δημοσίευσις των επτανησιακών μνημείων του λόγου, η εναργής φανέρωσις της επτανησιακής σκέψεως εις όλην την ιστορικήν αυτής εξέλιξιν, απετέλεσε ανάγκην επιτακτικήν.
Η Εταιρεία προς Ενίσχυσιν των Επτανησιακών Μελετών, συσταθείσα κατά το έτος 1934, την συστηματικήν ταύτην εργασίαν εφιλοδόξησε να αναλάβη. Στηριζομένη εις την κοινήν συνεργασίαν όχι μόνον των Επτανησίων, αλλά παντός διανοουμένου, ελπίζει ότι παραλλήλως προς τον ιστοριοδιφικόν αυτής σκοπόν δύναται αφ’ ενός να εξυπηρέτηση την γενικήν προσπάθειαν, διά την ανύψωσιν του διανοητικού επιπέδου του τόπου, μεταδίδουσα εις μεγαλύτερον κύκλον το ενδιαφέρον διά ζωτικά ζητήματα, η σημασία των οποίων αποβαίνει οσημέραι σπουδαιότερα και αφ’ ετέρου να συμβάλη διά του μέτρου των δυνάμεών της και εν συνεργασία με τα ανάλογα πνευματικά της χώρας ιδρύματα, εις την ωραίαν ενέργειαν όπως διά της αντικειμενικής διακριβώσεως των πνευματικών εκφάνσεων του παρελθόντος καταστή ευτυχεστέρα η διάνοιξις πιθανώς νέων δρόμων εις την πνευματικήν της χώρας ζωήν [...].
Για τη διασφάλιση της καλλιέργειας της «επτανησιακής σκέψεως» θα μιλήσει στο Γ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Κέρκυρα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος, 23-29 Σεπτεμβρίου 1965) ο γραμματέας του, καθηγητής Σπύρος Καλογερόπουλος-Στράτης, ενώ ο ακαδημαϊκός Διονύσιος Ζακυθηνός, πρόεδρος και ψυχή του Γ΄ Πανιονίου Συνεδρίου (και επίτιμος πρόεδρος του Δ΄ και του Ε΄ Πανιονίου Συνεδρίου), στο Συνέδριο εκείνο αποτυπώνει έκτυπα το πνεύμα των Πανιονίων Συνεδρίων σε θεωρία και πράξη:
[...] Το Τρίτον Πανιόνιον Συνέδριον έχει ευρυτέραν Πανελλήνιον βάσιν παρ’ όσον τα δύο προηγούμενα. Διαπρεπείς άνδρες των Γραμμάτων και της Επιστήμης προσήλθον ενταύθα κομίζοντες την συμβολήν των. Τινές τούτων παρέστησαν, προ πεντήκοντα ετών, εις το Πρώτον Συνέδριον. Προσήλθον ωσαύτως νέοι επιστήμονες, έχοντες ήδη δημιουργήσει ισχυρά θεμέλια της σταδιοδρομίας των, και άλλοι, ακόμη νεώτεροι, παρέχοντες χρηστάς ελπίδας περί του μέλλοντος. Η παρουσία διακεκριμένων ξένων καθηγητών και ερευνητών, των οποίων το έργον και αυτόχρημα αυτός ο επιστημονικός βίος είναι αρρήκτως συνδεδεμένος μετά της χώρας ταύτης, πληροί ημάς ιδιαιτέρας χαράς και κατά τινα τρόπον προσδίδει εις το Συνέδριον διεθνή χαρακτήρα.
[…] Εκείνο, το οποίον προείχεν εις την σκέψιν των οργανωτών, ήτο ακριβώς αυτή η ενότης της Ιστορίας της Επτανήσου και του πολιτισμού της, ως διεμόρφωσαν αυτάς αι ιδιάζουσαι συνθήκαι του βίου εν τω χρόνω. […]
Κειμένη ως πρόβολος της Ελλάδος προς την Δύσιν, η Επτάνησος διά του θαυμασίου συμπλέγματός της, του ενιαίου άμα και ποικίλου, έγινεν η γέφυρα ευρυτέρας συνδέσεως μετά της Ευρώπης. Η διαμόρφωσις του πολιτισμού της έχει βαθύτερόν τι νόημα, νόημα Ελληνικόν, πηγάζον εξ αυτής της ουσίας και της ιστοριονομίας του Ελληνικού πνεύματος. [...]
Το πνεύμα αυτό θα εμπεδωθεί στα Συνέδρια που θα ακολουθήσουν. Στο Δ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Κέρκυρα 28 Σεπτεμβρίου – 1 Οκτωβρίου 1978) θα τονιστεί επί πλέον ιδιαιτέρως η ανάγκη αξιοποίησης των Αρχείων των Επτανήσων και θα τεθεί εκ νέου έντονα το αίτημα της επανίδρυσης του Ιονίου Πανεπιστημίου, ενώ το Ε΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Κεφαλληνία 17-21 Μαΐου 1986) θα λάβει αφ’ ενός διεθνή χαρακτήρα και αφ’ ετέρου θα πραγματοποιήσει ευρύτατο άνοιγμα προς νέους ερευνητές, χαρακτηριστικά που θα διατηρηθούν και στο ΣΤ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Ζάκυνθος 23-27 Σεπτεμβρίου 1997) και στο Η΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Κύθηρα 21-25 Μαΐου 2006). Η εξειδίκευση, αντιθέτως, θα επιλεγεί στο Ζ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Λευκάδα 26-30 Μαΐου 2002) και στο Θ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Παξοί 26-30 Μαΐου 2010).
Εκατό έτη από την καθιέρωση του πνευματικού θεσμού των Πανιονίων Συνεδρίων και, αφού πλέον και τα Επτά Νησιά του Ιονίου έχουν την εμπειρία και την ανάμνηση της διοργάνωσής τους, σκιαγραφούμε το πνεύμα που διαχρονικά επικράτησε:
α) Ανανέωση των δεσμών της πνευματικής συγγένειας μεταξύ των διανοουμένων της Επτανήσου.
β) Συστηματοποίηση των ερευνών επί των διαφόρων εκφάνσεων του επτανησιακού πνεύματος και εναργής φανέρωση της επτανησιακής σκέψης.
γ) Αναγνώριση της προσφοράς των νήσων του Ιονίου στο να φωτισθούν οι δρόμοι του ελληνισμού και της συμβολής τους για τη διαμόρφωση του νεοελληνικού πολιτισμού, αλλά και η αμφίδρομη σχέση αλληλοεπίδρασης.
δ) Μετάδοση σε ευρύτερο κύκλο προσώπων του ενδιαφέροντος για τα ζωτικά ζητήματα των Ιονίων Νήσων σε συνεργασία με τα πνευματικά ιδρύματα της χώρας.
ε) Συνάντηση των διαπρεπών προσωπικοτήτων των γραμμάτων και της επιστήμης, σε αγαστή σύμπνοια με τους νέους επιστήμονες, αλλά και τους ακόμα νεότερους, που παρέχουν χρηστές ελπίδες για το μέλλον.
στ) Παρουσία ξένων ερευνητών, η οποία συν τοις άλλοις τονίζει ότι η Επτάνησος έγινε η γέφυρα ευρύτερης σύνδεσης της Ελλάδας με τη Δύση.
Το Πανιόνιο Συνέδριο, υπό αυτά τα δεδομένα, νοείται ως πνευματική πανεπτανησιακή πανστρατιά, ως θεσμός εμπέδωσης της ενότητας των νησιών του Ιονίου. Η συνάντηση σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο των επτανησίων επιστημόνων, ερευνητών και πνευματικών εν γένει ανθρώπων, είτε αυτοί διαμένουν στα Επτάνησα είτε αποτελούν επίλεκτα μέλη της διασποράς, έχει αυτονόητη αναγκαιότητα καιαποτελεί το έναυσμα για την επανατοποθέτηση των επτανησιακών ζητημάτων, με προέχουσα αξία τη διατήρηση της ενότητας καισυγκράτηση τυχόν στείρων εσωτερικεύσεων ή άγονων κεντρομόλων τάσεων, οι οποίες στο όνομα πρακτικών αναγκών υποκινούνται συνήθως από το κέντρο και τη διοίκηση.
Η ανάδειξη νέων επτανησίων επιστημόνων και η παροχή βήματος ανάπτυξης των πορισμάτων των ερευνών τους αποτελούν την απαραίτητη βαθμίδα για τη διατήρηση άρρηκτης της συνέχειας. Η μαθητεία των νεότερων υπό την αιγίδα των παλαιότερων πραγματοποιείται, όταν η εμπειρία συνυπάρχει με τις νέες ιδέες, χωρίς. διακρίσεις και αποκλεισμούς.
Η προσέλευση επτανησιολόγων, Ελλήνων και ξένων, αλλά και η παροχή του εναύσματος για την ενασχόληση με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τηςΕπτανήσου, ώστε να επιτευχθεί η ώσμωση των ιδεών, η αναδιάταξη των στόχων και η επαναπραγμάτευσή τους, αποτελούν την ευκταία κατάληξη. Η επανατοποθέτηση του ιδιαίτερου, ιδιάζοντος και διακεκριμένου χώρου, του οποίου συνδετικό στοιχείο αποτέλεσε και αποτελεί ηθάλασσα του Ιονίου, μέσα στο ελλαδικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον συνιστά επτανησιακή προτεραιότητα στους σύγχρονους καιρούς.
Κατ’ ακολουθίαν η κατά το δυνατόν ευρύτερη συμμετοχή Επτανησίων και επτανησιολόγων για την ανάδειξη του πολιτισμού του Ιονίου, για την αποτίμηση της συμβολής του στον ελληνικό πνευματικό βίο και για τη διατήρηση της επτανησιακής σκέψης αποτελεί αναγκαίο όρο στο Ι΄ Πανιόνιο Συνέδριο που έχει λάβει πανηγυρικό χαρακτήρα, καθώς πραγματοποιείται εκατό έτη μετά την καθιέρωσή του ως πνευ-ματικού θεσμού.
Περικλής Παγκράτης